Απλά και ωφέλιμα


Πλάθωντας τον Πλαστουργό.
 
Μια ζωή μαζί …Ο Π. και η Μ. Το πιο αγαπημένο ζευγάρι …Από παιδιά σχεδόν ο ένας στο πλάι του άλλου . Εκεί στην μικρή τους πόλη πάντα τους έβλεπες αγαπημένους πιασμένους χέρι-χέρι να χαίρονται τη ζωή ν αγαπούν αληθινά ο ένας τον άλλο , να αλληλοσυμπληρώνονται ανεπιτήδευτα ,αστείρευτα …Πόσο φρόντιζε ο ένας τον άλλον …Και πόσο άρεσε στην Μ. να περιποιείται τον Π. που ώρες ατέλειωτες δούλευε σκληρά να μην λείψει τίποτα από το όμορφο σπιτικό τους …
-Αχ βρε ψυχή μου της έλεγε …-Κοντά σου ούτε νερό δεν έμαθα να βράζω ! όλα μου τα χεις πάντα έτοιμα… -Αυτό δα έλειπε ! του απαντούσε εκείνη …-Με τόσο ιδρώτα και κόπο κάθε μέρα να μην τα βρίσκεις όλα έτοιμα …Αυτά είναι όλα δική μου δουλειά !! 
25 χρόνια παντρεμένοι …Από 19 χρονών εκείνη , λίγο μεγαλύτερος αυτός …Κι έφτιαξαν σπουδαία οικογένεια με τέσσερα παιδιά …τρία αγόρια και ένα κορίτσι .-Τα αγγελούδια μας !!έλεγαν και τα καμάρωναν …-Τα πειραχτήρια μας που δεν αφήνουν ήσυχα τον πατέρα τους …-Μα βρε μπαμπά τον πείραζε η μεγάλη τους …-Να μην ξέρεις να βράσεις ένα αβγό !!! Τίποτα δεν έμαθες τόσα χρόνια απ την μαμά ; Γέλαγε καλόκαρδα εκείνος και την απολάμβανε σωστή νοικοκυρούλα να βοηθά πρόθυμα την μάνα της και να καταπιάνεται με όλα … 
Μα ήρθε εκείνο το ξημέρωμα που σκοτείνιασε την ζωή τους …Ο Μιχάλης ο μικρότερος ο γιός τους …Συνοδηγός σε αυτοκίνητο …Ξημέρωμα Κυριακής …Αξέχαστης , συννεφιασμένης, μαρτυρικής, βουβής και αβάσταχτα πονεμένης …Κι έγιναν από τότε έτσι όλα τα Κυριακάτικα ξημερώματα ..Τι κι αν όλοι τους έλεγαν ότι είναι πλέον άγγελος στον ουρανό ..Τι κι αν το πίστευαν κι οι ίδιοι πως το στερνοπούλι τους γίνηκε του Χριστού εκλεκτός …Το ξημέρωμα κάθε Κυριακής έβρισκε τον Π. και την Μ. άγρυπνους με τις ορθρινές καμπάνες να παρηγορούν το παράπονό τους .
Εκείνο το πρωινό Κυριακής …έκτης μετά την Ανάσταση και αμέτρητης …μετά από κείνη του χαμού …στέκονταν οι δυο τους μπροστά από τις πύλες της εκκλησιάς που φρουρούν οι Αρχάγγελοι . Και έγινε κάτι που άλλαξε τις Κυριακές τους …Με λευκή στολή είδε ο πατέρας τον Μιχάλη του να βγαίνει από του ιερού την δεξιά την πόρτα …Τον πλησίασε του χαμογέλασε με ένα χαμόγελο ξέχειλο από ευτυχία και αγαλλίαση …και έπειτα χάθηκε στον κόσμο …Μόνο εκείνος τον είδε και κατάλαβε τότε πως του θρήνου ο καιρός πέπαυται … 
Ο Π. που ούτε νερό δεν ήξερε να βράζει έπιασε μια παραμονή Ψυχοσαββάτου Πεντηκοστής να φτιάξει το πρώτο του πρόσφορο …Είχε από μέρες παραγγείλει σφραγίδα φτιαγμένη σε κελί αγιασμένο , Αγιορείτικο …Κι έβαλε την μάνα και την κόρη του να του μάθουν τον τρόπο …Και τα κατάφερε καλά για πρώτη του φορά…Το σταύρωσε , το έβαλε στη φωτιά και έπειτα έγραψε στο ψυχοχάρτι πρώτο το όνομα του Αγγέλου του … Και γαλήνεψε απερίγραπτα .Κι όλες τις ορθρινές καμπάνες τις Αναστάσιμες , όλα τα Κυριακάτικα ξημερώματα αλλιώτικα πια τα πρόσμενε …Αυτός που …ούτε νερό δεν ήξερε να βράζει έγινε προσφοράρης και των ψυχών βοηθός , σώμα Θεού ζυμώνοντας , σκορπίζοντας χαμόγελα στον ουρανό και τους γύρω του …Έγινε αυτή η πιο αγαπημένη του συνήθεια …Να πλάθει τον Πλαστουργό…Και να πηγαίνει το δικό του πρόσφορο αχάραγα κάθε Κυριακή μέσα στο Ιερό στα χέρια του Παπά …Και έπειτα να αντικρίζει εκείνο το ευτυχισμένο χαμόγελο του λαμπροφορεμένου του γιού … 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου